Τρίτη 24 Ιουλίου 2018

Ακολουθία Παναγίας του Χάρου



Ακολουθία της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας της επονομαζομένης  «Του Χάρου» ης η αγία Εικών εν τη νήσω Λειψώ τεθησαύρισται1
ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΚΓ’
Ποιηθείσα υπό Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου, Υμνογράφου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας. Ελλείποντος Μικρού Εσπερινού προσετέθη τοιούτος, ως και εν τη Λιτή Ιδιόμελα, ποιηθέντα υπό του ελαχίστου εν Επισκόποις, Μητροπολίτου Ρόδου Κυρίλλου, τουπίκλην Κογεράκη.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ
Ιστώμεν στίχ. δ’ και ψάλλομεν τα κάτωθι Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος α’. Των ουρανίων ταγμάτων.
Δεύτε πιστοί γηθοσύνως, πανηγυρίσωμεν, της μόνης Θεοτόκου, την Εικόνα τιμώντες˙ αφθόνως γαρ εκ ταύτης χάριν πολλήν, αρυόμεθα πάντοτε, και δι’ αυτής νοσημάτων παντοδαπών, και κινδύνων εκλυτρούμεθα.
Εν τω Ναώ της Παρθένου, δεύτε προσέλθωμεν, των ευσεβών οι δήμοι, ευσεβάστως βοώντες˙ Πανάχραντε Μαρία Μήτερ Θεού, εκ της θείας Εικόνος σου, ημίν ανάβλυσον πάσι τον γλυκασμόν, της προνοίας σου δεόμεθα.
Της μητρικής σου ευνοίας, κρήνην αέναον, ανέδειξας Παρθένε, την σεπτήν σου Εικόνα, εκ ταύτης ιαμάτων τους ποταμούς, τω λαώ σου πηγάζουσα˙ διο τιμώμέν σε πάντες ειλικρινώς, αίνον άδοντες τη δόξη σου.
Θαύμα Παρθένε οράται, εν τη Εικόνι σου, εκπλήττον διανοίας, των πιστώς προσιόντων˙ τα κρίνα γαρ δεικνύεις τα εν αυτή, θαυμαστώς αναθάλλοντα, και ευωδίαν εκπνέοντα εις ημών, αγαλλίασιν Θεόνυμφε.
Δόξα. Ήχος β’.
Θεοτόκε Παρθένε Πανύμνητε, την ευαγή σου Εικόνα, του Χάρου τη κλήσει κεκλημένην, θησαυρόν πολυτάλαντον ανέδειξας, της μητρικής προς ημάς σου χρηστότητος. Όθεν αυτή καταφεύγοντες, τον ασπασμόν του Αρχαγγέλου, ευφροσύνως μελωδούμέν σοι˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου, και δια σου  μεθ’ ημών, ο μόνος πολυέλεος.
Και νυν. Της Εορτής. Ο αυτός.
Η των ουρανών υψηλοτέρα υπάρχουσα, και των Χερουβίμ ενδοξοτέρα, και πάσης κτίσεως τιμιωτέρα˙ η δι’ υπερβάλλουσαν καθαρότητα, της αϊδίου ουσίας δοχείον γεγενημένη, εν ταις του Υιού χερσί, σήμερον την παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, και συν αυτή πληρούνται τα σύμπαντα χαράς, και ημίν δωρείται το μέγα έλεος.
Εις τον Στίχον, Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος β’ . Οίκος του Εφραθά.
Σκεύος της μητρικής, υπάρχει χάριτός σου, Εικών σου η τιμία, τη κλήσει κεκλημένη, του Χάρου Μητροπάρθενε.
Στίχ. Μνησθήσομαι του ονόματός σου…
Άχραντε επί σοι, Λειψώ η νήσος χαίρει, την θείαν σου Εικόνα, ως θησαυρόν πλουτούσα, της σωστικής προνοίας σου.
     Στίχ. Το πρόσωπό σου λιτανεύουσιν οι πλούσιοι …
Δέσποινα αγαθή, τους πίστει παρεστώτας, τη θεία σου Εικόνι, προστάτευε απαύστως, εν βίου περιστάσεσι.
Δόξα. Τριαδικόν.
Πνεύματος του Πατρός, ο Λόγος επελεύσει, εκ σου ενανθρωπήσας, εχρήσατο ως θρόνον, Παρθένε ταις αγκάλαις σου.
Και νυν. Της Εορτής.
Ήθροισται ο χορός, Μαθητών παραδόξως, εκ των περάτων κόσμου, κηδεύσαί σου το σώμα το θείον και ακήρατον.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον, το Απολυτίκιον εκ του Μεγάλου Εσπερινού και Απόλυσις.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΓΑΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ.
Μετά τον Προοιμιακόν, στιχολογούμεν το Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους η’ και ψάλλομεν της Εορτής Στιχηρά Προσόμοια δι’ και της Αγίας Εικόνος δ’ , τα κάτωθι, δευτερούντες το α’.
Ήχος α’. Ώ του παραδόξου θαύματος.
Ώ του παραδόξου θαύματος! η Εικών η σεπτή, της Αγνής Θεόπαιδος, η φέρουσα εν χερσίν, εν τω Σταυρώ τον Χριστόν, τα πρώην κρίνα ξηρά, χάριτι θεία εις πάντων κατάπληξιν, ανέδειξεν χλοερά, την φυσικήν ευωδίαν εκπνέοντα. Όθεν των πιστών χορείαι, αίνον χαριστήριον, τη Αγνή Θεοτόκω, γηθοσύνως αναμέλπουσι.
Βαβαί των σων μεγαλείων Αγνή! Πάντοτε εκπλήττεις, εν τοις θαυμασίοις σου, τας φρένας των ευσεβών, Θεοχαρίτωτε˙ τα κρίνα γαρ τα ξηρά, τα υπό κόρης τεθέντα το πρότερον, Εικόνι σου τη σεπτή, τη κεκλημένη του Χάρου Πανύμνητε, θάλλοντα έδειξας πάσι, και ευωδιάζοντα, εις ημών ευφροσύνην, και χαράν και περιποίησιν.
Την σην Εικόνα την πάντιμον, ήτις παρά πάντων, του Χάρου ωνάμασται, ως στήλην αγιασμού, και θείας χάριτος, ανέδειξας αληθώς˙ τα εν αυτή ως ξηρόν χόρτον πρότερον, παρόδω τη χρονική, κρίνα ακμάζοντα και αναθάλλοντα, θαυμαστώς ειργάσω Κόρη, πάσιν υπεμφαίνοντα, την πολλήν προς ημάς σου, Αειπάρθενε προμήθειαν.
Δόξα. Ήχος πλ. β’.
Ως της χρηστότητος πηγή, Θεοτόκε Παρθένε, δια παντός ευφραίνεις ημάς, τοις παραδόξοις τρόποις, της προς ημάς προνοίας σου˙ την γαρ σεπτήν σου Εικόνα, πολλής ηξίωσας χάριτος, εν ή ορώμέν σε εν τω Σταυρώ κρατούσαν, τον σον Υιόν και Θεόν ημών˙ εν αυτή γαρ ξένως ενεργούσα, εν φυσική διανύεις ακμή, τα πάλαι εν αυτή προσαχθέντα κρίνα, τας ψυχικάς αισθήσεις ευφραίνοντα, των ευλαβώς προσιόντων. Άλλ’ ώ Πανύμνητε Δέσποινα, ρύσαι παθών δυσωδίας, τας ψυχάς ημών δεόμεθα, τη επισκιάσει της προστασίας σου.
Και νυν. Της Εορτής. Ο αυτός. Βύζαντος.
Ότε η Μετάστασις, του αχράντου σου σκήνους ηυτρεπίζετο, τότε οι Απόστολοι, περικυκλούντες την κλίνην, τρόμω εώρων σε˙ και οι μεν ατενίζοντες τω σκήνει, θάμβει συνείχοντο˙ ο δε Πέτρος συν δάκρυσιν εβόα σοι˙ Ώ Παρθένε, ορώ σε τρανώς ηπλωμένην υπτίαν, την ζωήν των απάντων, και καταπλήττομαι, εν ή εσκήνωσε της μελλούσης ζωής η απόλαυσις. Άλλ’ ώ Άχραντε, ικέτευε εκτενώς τον Υιόν σου και Θεόν, του σώζεσθαι την πόλιν σου άτρωτον.
Είσοδος, το φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας και τα Αναγνώσματα.
Γενέσεως το Ανάγνωσμα. (Κεφ. κη’ 10-17)
Εξήλθεν Ιακώβ από του φρέατος του όρκου, και επορεύθη εις Χαρράν, και απήντησε τόπω, και εκοιμήθη εκεί˙ έδυ γαρ ο ήλιος. Και έλαβεν από των λίθων του τόπου, και έθηκε προς κεφαλής αυτού˙ και εκοιμήθη εν τω τόπω εκείνω, και ενυπνιάσθη. Και ιδού κλίμαξ εστηριγμένη εν τη γη, ής η κεφαλή αφικνείτο εις τον ουρανόν, και οι Άγγελοι του Θεού ανέβαινον, και κατέβαινον επ΄ αυτήν˙ ο δε Κύριος επεστήρικτο επ’ αυτής˙ και είπεν˙ Εγώ ειμί ο Θεός Αβραάμ του πατρός σου, και ο Θεός Ισαάκ, μη φοβού˙ η γη, εφ’ ής συ καθεύδεις επ’ αυτής, σοι δώσω αυτήν, και τω σπέρματί σου. Και έσται το σπέρμα σου ωσεί άμμος της γης, και πλατυνθήσεται επί θάλασσαν, και λίβαν, και βορράν, και επί ανατολάς˙ και ενευλογηθήσονται εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης, και εν τω σπέρματί σου. Και ιδού εγώ μετά σου, διαφυλάσσων σε εν τη οδώ πάση, ου εάν πορευθής˙ και επιστρέψω σε εις την γην ταύτην˙ ότι ου μη σε εγκαταλείπω, έως του ποιήσαί με πάντα όσα ελάλησά σοι. Και εξηγέρθη Ιακώβ από του ύπνου αυτού, και είπεν˙ Ότι έστι Κύριος εν τω τόπω τούτω, εγώ δε ουκ ήδειν. Και εφοβήθη και είπεν˙ Ως φοβερός ο τόπος ούτος! Ουκ έστι τούτο, άλλ’ η οίκος Θεού˙ και αύτη η πύλη του ουρανού.
Προφητείας Ιεζεκιήλ το Ανάγνωσμα. (Κεφ. μγ’ 27, μδ’ 1-4)
Έσται από της ημέρας της ογδόης και επέκεινα, ποιήσουσιν οι ιερείς επί το θυσιαστήριον τα ολοκαυτώματα υμών, και τα του σωτηρίου υμών˙ και προσδέξομαι υμάς, λέγει Κύριος. Και επέστρεψέ με κατά την οδόν της πύλης των Αγίων της εξωτέρας, της βλεπούσης κατά ανατολάς˙ και αύτη ήν κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με˙ Η πύλη ουδείς ου μη διέλθη δι’ αυτής˙ ότι ο Κύριος ο Θεός Ισραήλ, εισελεύσεται δι’ αυτής, και έσται κεκλεισμένη. Διότι ο ηγούμενος ούτος καθήσεται εν αυτή, του φαγείν άρτον εναντίον Κυρίου. Κατά την οδόν Αιλάμ της πύλης εισελεύσεται, και κατά την οδόν της πύλης της προς βορράν, κατέναντι του οίκου, και είδον, και ιδού πλήρεις δόξης ο οίκος το Κυρίου.
Παροιμιών το Ανάγνωσμα (Κεφ. θ’ 1-11)
Η σοφία ωκοδόμησεν εαυτή οίκον, και υπήρεισε στύλους επτά. Έσφαξε τα εαυτής θύματα, και εκέρασεν εις κρατήρα τον εαυτής οίνον, και ητοι-μάσατο την εαυτής τράπεζαν. Απέστειλε τους εαυτής δούλους, συγκαλούσα μετά υψηλού κηρύγματος επί κρατήρα, λέγουσα˙ Ος εστίν άφρων, εκκλινάτω προς με˙ και τοις ενδεέσι φρενών είπεν˙ Έλθετε, φάγετε τον εμόν άρτον, και πίετε οίνον, ον κεκέρακα υμίν. Απολίπετε αφροσύνην, και ζήσεσθε˙ και ζητήσατε φρόνησιν, ίνα βιώσητε, και κατορθώσητε σύνεσιν εν γνώσει. Ο παιδεύων κακούς, λήψεται εαυτώ ατιμίαν˙ ελέγχων δε τον ασεβή, μωμήσεται εαυτόν˙ οι γαρ έλεγχοι τω ασεβεί, μώλωπες αυτώ. Μη έλεγχε κακούς, ίνα μη μισήσωσί σε˙ έλεγχε σοφόν, και αγαπήσει σε. Δίδου σοφώ αφορμήν, και σοφώτερος έσται˙ γνώριζε δικαίω, και προσθήσει του δέχεσθαι. Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου, και βουλή Αγίων σύνεσις˙ το γαρ γνώναι νόμον, διανοίας εστίν αγαθής. Τούτω γαρ τω τρόπω πολύν ζήσεις χρόνον, και προστεθήσεταί σοι έτη ζωής.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΙΤΗΝ, Ιδιόμελα.
Ήχος α’.
Έπρεπε τοις Αυτόπταις του Λόγου και υπηρέταις, και της κατά σάρκα Μητρός αυτού, την Κοίμησιν εποπτεύσαι, τελευταίον ούσαν επί αυτή μυστήριον˙ ανάβασιν θεάσωνται, αλλά και της τεκούσης αυτόν, τη μεταθέσει μαρτυρήσωσι. Διο περ πάντοθεν, θεία δυνάμει περαιωθέντες, την Σιών κατελάμβανον˙ και προς ουρανόν επειγομένην, προέπεμπον την ανωτέραν των Χερουβίμ˙ ήν και ημείς, συν αυτοίς προσκυνούμεν, ως πρεσβεύουσαν υπέρ των ψυχών ημών.
Ο αυτός.
Ευφραίνου εν Κυρίω, Λειψώ η νήσος και χόρευε, της Θεοτόκου την αγίαν Εικόνα, ως θησαυρόν ατίμητον κατέχουσα˙ και εξ αυτής τας δωρεάς, της χάριτος απαρυομένη, εν ευφροσύνη βόησον˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, Παρθένε Μαρία Θεονύμφευτε, μετά σου ο Κύριος, ο δια σου παρέχων τοις πιστοίς, ιλασμόν αμαρτιών και το μέγα έλεος.
Ήχος β’.
Βαβαί της ευδοκίας σου , Θεοτόκε Μαρία Απειρόγαμε! Ότι την σεβασμίαν Εικόνα σου, εν η ορώμέν σε κρατούσαν, εν τω Σταυρώ τον Υιόν σου και Κύριον, υπέρ έννοιαν πάσαν εθαυμάστωσας˙ ευθαλή γαρ και μυρίπνοα, τα προ πολλού εν αυτή, υπό κόρης τεθέντα κρίνα, τη χάριτί σου εργάζη θαυμαστώς, εις ευφροσύνην ημών των βοώντων˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, Παρθένε Μαρία Θεονύμφευτε, μετά σου ο Κύριος, ο δια σου παρέχων ημίν, ιλασμόν αμαρτιών και το μέγα έλεος.
Ήχος δ’.
Θεοτόκε Παρθένε Πανύμνητε, την καλουμένην του Χάρου Εικόνα σου, κατ’ άμφω υποκλίνοντες γόνατα, ευσεβώς κατασπαζόμεθα˙ εν αυτή γαρ τα κρίνα, παρολκή του καιρού ξηρανθέντα, χλοερά ορώνται και μυρίπνοα, τας ψυχάς ευφραίνοντα, των δέει βοώντων σοι˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη,             Παρθένε Μαρία Θεονύμφευτε, μετά σου ο Κύριος, ο δια σου τω κόσμω δωρησάμενος, αφθονίαν αγαθών και ζωήν την αιώνιον.
Δόξα. Ήχος πλ. α’.
Σήμερον εορτήν συστησάμενοι, εν της Αποδόσεως τη ημέρα, της ενδόξου σου Κοιμήσεως , τα μεγαλεία της Εικόνος σου, χρεωστικώς Παρθένε διηγούμεθα˙ τα πάλαι γαρ εν αυτή, υπό κόρης προσενεχθέντα κρίνα, παραδόξως εργάζη αναθάλλοντα, την προς ημάς υπεμφαίνοντα, μητρικήν σου χάριν και εύνοιαν. Διο και τον ασπασμόν του Αγγέλου, ευλαβώς μελωδούντές σοι λέγομεν˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, Παρθένε Μαρία Θεονύμφευτε, μετά σου ο Κύριος, ο εκ σου  ενανθρωπήσας Θεός, εις σωτηρίαν των ψυχών ημών.
Και νυν. Της Εορτής. Ο αυτός.
Άσατε λαοί, τη Μητρί του Θεού ημών, άσατε˙ σήμερον γαρ την ολόφωτον ψυχήν αυτής, εις τας αχράντους παλάμας, του εξ αυτής σαρκωθέντος άνευ σποράς, παρατίθησιν˙ ώ και πρεσβεύει αδιαλείπτως, δωρηθήναι τη οικουμένη, ειρήνην και το μέγα έλεος.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΤΙΧΟΝ. Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος πλ. α’. Χαίροις ασκητικών.
Χαίροις Θεοκυήτορ Αγνή, η των Αγγέλων βασιλίς υπερθαύμαστος, ανθρώπων η σωτηρία, παντός του κόσμου χαρά, και πηγή θαυμάτων ανεξάντλητος˙ εν σοι γαρ ο Κύριος, ον αφράστως εκύησας, ξένα εργάζη, μεγαλεία ως έφησας, μεγαλύνων σε, ως Μητέρα Πανάχραντον. Όθεν και τη Εικόνι σου, πιστώς παριστάμενοι, τη κεκλησμένη τη κλήσει, του Χάρου Κόρη Πανάχραντε, εκ ταύτης αντλούμεν, φωτισμόν και σωτηρίαν, και θείον έλεος.
Στίχ. Μνησθήσομαι του ονόματός σου…
Χαίρει εν σοι Λειψώ η νησίς, την σην Εικόνα την υπέρτιμον Άχραντε, ως γέρας και θείον πλούτον, της προμηθείας της σης, και των οικτιρμών σου δώρον ένθεον, αγκάλαις κατέχουσα, ήτις ξένω ονόματι, Εικών του Χάρου, παρά πάντων ωνόμασται, ως τετύπωται, εν αυτή περιφέρουσα, θείαις χερσί σου Δέσποινα, τον πάντων δεσπόζοντα, προσηλωμένον τω ξύλω, τω του Σταυρού τον φιλάνθρωπον, αυτόν δυσωπούσα, οία Μήτηρ υπέρ πάντων, των ανυμνούντων σε.
Στίχ. Το πρόσωπόν σου λιτανεύουσιν…
Θαύμα εν τη Εικόνι τη ση, ξένον οράται Θεοτόκε Πανάχραντε, εκπλήττον και κατευφραίνον, τα διανοίας αεί, των προσερχομένων μετά πίστεως˙ τα κρίνα γαρ θάλλουσι, τα ξηρά όντα πρότερον, και ευωδίαν, μυστικήν διαπνέουσιν, ως νεόδρεπτα, εκ λειμώνος της χάριτος. Όθεν το θείον θαύμά σου, πιστώς μακαρίζομεν, και ανυμνούμεν Παρθένε, τα μεγαλεία της δόξης σου, της σης προστασίας,  καθ’ εκάστην τας εκφάνσεις, πίστει κηρύττοντες.
Δόξα. Ήχος πλ. δ’.
Ώσπερ άνθος ζωοποιόν, τον δημιουργόν, των όλων Παρθένε, ανηρότως εβλάστησας, εις ανακαίνισιν κόσμου και ανάπλασιν, δι’ άκραν αγαθότητα˙ νυν δε Εικών σου η θαυμαστή, τη μυστική επισκιάσει σου, τα αποξηραμένα κρίνα προ πολλού, ως νεοθαλή και νεόδρεπτα εμφαίνει, τη φυσική ακμή και χλωρότητι. Άλλ’ ώ Πάναγνε Δέσποινα, της εναρέτου ζωής την ευωδίαν, αξίωσον ημάς προσφέρειν, ως αν θείας μακαριότητος τύχωμεν.
Και νυν. Της Εορτής. Ήχος δ’.
Ότε εξεδήμησας Θεοτόκε Παρθένε, προς τον εκ σου τεχθέντα αφράστως, παρήν Ιάκωβος ο αδελφόθεος, και πρώτος Ιεράρχης, Πέτρος τε η τιμιωτάτη κορυφαία, των Θεολόγων ακρότης, και σύμπας ο θείος των Αποστόλων χορός, εκφαντορικαίς θεολογίαις, υμνολογούντες το θείον και εξαίσιον, της Χριστού του Θεού, οικονομίας μυστήριον˙ και το ζωαρχικόν, και θεοδόχον σου σώμα κηδεύσαντες, έχαιρον Πανύμνητε. Ύπερθεν δε αι πανάγιαι, και πρεσβύταται των Αγγέλων Δυνάμεις, το θαύμα εκπληττόμεναι, κεκυφυίαι αλλήλαις έλεγον˙ Άρατε υμών τας πύλας, και υποδέξασθε την τεκούσαν, τον ουρανού και γης Ποιητήν˙ δοξολογίαις τε ανυμνήσωμεν, το σεπτόν και άγιον σώμα, το χωρήσαν τον ημίν αθεώρητον και Κύριον. Διο περ και ημείς την μνήμην σου εορτάζοντες, εκβοώμέν σοι Πανύμνητε˙ Χριστιανών το κέρας ύψωσον, και σώσον τας ψυχάς ημών.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον, το Απολυτίκιον της Εορτής και είτα το της Αγίας Εικόνος.
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Την σεπτήν σου Εικόνα, προσκυνούμεν Πανύμνητε, η του Χάρου τη κλήσει, προσφυώς επικέκληται˙ εν ταύτη γαρ τα κρίνα χλοερά, ορώντες μετά χρόνου παρολκήν, ανυμνούμέν σου την χάρν πανευλαβώς, Παρθένε ανακράζοντες˙ Δόξα τοις μεγαλείοις σου Αγνή, δόξα τοις θαυμασίοις σου, δόξα τη προς ημάς σου, προμηθεία Άχραντε.
Και πάλιν το της Εορτής και Απόλυσις.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετά την α’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.
Τον τύπον της λαμπράς, και αχράντου μορφής σου, Εικόνι τη σεπτή, Θεοτόκε ορώντες, τα κρίνα τα πανεύοσμα, εν αυτή διαπνέοντα, οσμήν άρρητον, βλέπομεν θάμβει Παρθένε, και βοώμέν σοι˙ Ρύσαι ημάς δυσωδίας, παθών τη ση χάριτι.
Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Της Εορτής.
Μετά την β’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Εικόνι προσέλθετε, της Θεοτόκου Αγνής, και κρίνα τα θάλλοντα, τα προ πολλού εν αυτή, τεθέντα κατίδετε˙ πνέουσι γαρ τοις πάσιν, αληθή ευωδίαν, άπαντας συγκινούντα, προς ωδάς τε και αίνους, της πάντων προστασίας, Αγνής Θεομήτορος.
Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Της Εορτής.
Μετά τον Πολυέλεον, Κάθισμα. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Κρίνα εύοσμα, ως εν λειμώνι, ήδη βλέψωμεν, εν τη Εικόνι, της Παρθένου και πιστώς εκβοήσωμεν˙ Δίδου ημίν ψυχικήν ανθηρότητα, της των παθών ρυομένην ξηρότητος, Κόρη Πάναγνε, τους πίστει σε μεγαλύνοντας, και σπεύδοντας τη θεία αντιλήψει σου.
Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Της Εορτής.
Οι Αναβαθμοί, ήτοι˙ το α’ Αντίφωνον των Αναβαθμών του δ’ ήχου και το Προκείμενον.
Μνησθήσομαι του ονόματός σου εν πάση γενεά και γενεά.
Στίχ. Το πρόσωπό σου λιτανεύσουσιν οι πλούσιοι του λαού.
Ευαγγέλιον, ζήτει τη η’ Σεπτεμβρίου.
Ο Ν’. Δόξα. Ταις της Θεοτόκου… Και νυν. Ταις της Παναχράντου…
Ιδιόμελον. Ήχος πλ. β’.
Στίχ. Ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου…
Η προ τόκου Παρθένος, και εν τόκω Αγνή, και μετά τόκον Αειπάρθενος, Θεοτόκε Πανύμνητε, ως τον Θεόν των όλων κυήσασα, πάσης φθοράς και κακώσεως, και πάσης αμαρτίας, απάλλαξον δεόμεθα ,τους ευλαβώς δοξάζοντας, των σων θαυμάτων την λαμπρότητα.
Σώσον, ο Θεός, τον λαόν σου…
Είτα˙ οι Κανόνες της Εορτής και ο Κανών της Αγίας Εικόνος, ου η Ακροστιχίς˙ «Χαρίτων ώφθης Παρθένε κρήνη. Γερασίμου».
Ωδή α’. Ήχος δ’. Ανοίξω το στόμα μου.
Χαρίτωσον Δέσποινα, τη μητρική σου χρηστότητι, τον νουν και καρδίαν μου, όπως υμνήσω πιστώς, των θαυμάτων σου, τας υπέρ νουν δυνάμεις, δι’ ών δίδως άπασι, χάριν και έλεος.
Αμάραντα δείκνυται, κα ευθαλή και πανεύοσμα τα κρίνα Πανάχραντε, εν τη Εικόνι τη ση, μετά πάροδον, μηνών Θεοκυήτορ˙ διο μεγαλύνομεν, την θείαν χάριν σου.
Ρημάτων επάκουσον, ικετικών και δεήσεων, των πίστει σπευδόντων σου, Εικόνι τη ιερά, ήτις κέκληται, του Χάρου Θεοτόκε, και πλήρου παν αίτημα,  των προσιόντων σοι.
Ιάτρευσον Δέσποινα, την ασθενούσαν καρδίαν μου, και ταύτην απάλλαξον, εκ δυσωδίας παθών, τη των κρίνων σου, ηδίστη ευωδία, ως Μήτηρ φιλάγαθος, του Παντοκράτορος.
Ωδή γ’. Τους σους υμνολόγους.
Την θείαν Εικόνα σου Παρθένε, Λειψώ η νησίς ως θησαυρόν, πλουτήσασα γεραίρει σε˙ εν ταύτη γαρ τον Κύριον, εν τω Σταυρώ κατέχουσα, κλήσιν κατάλληλον έσχηκας.
Ως είδον ακμάζοντα τα κρίνα, πολλών ημερών παρελθουσών, Αγνή εν τη Εικόνι σου, οι ευσεβείς εξέστησαν, και ήνεσαν Πανύμνητε, τα παμφαή μεγαλείά σου.
Ναόν και Μονήν σοι πάλαι Κόρη, σεμνοί Μονασταί εν τη Λειψώ, ανήγειραν υμνούντές σε, και εν αυτώ ενέθηκαν, την ιεράν Εικόνα σου, ήτις του Χάρου ωνόμασται.
Ως δώρον νεάνις σεμνοτάτη, προσήνεγκε κρίνα ευθαλή, Παρθένε τη Εικόνι σου, άτινα μετά πάροδον, μηνών αύθις ωράθησαν, πανευθαλή και χλοάζοντα.
Κοντάκιον και Οίκος της Εορτής.
Κάθισμα. Ήχος πλ. α’. Τον Συνάναρχον Λόγον.
Τη σεπτή σου Εικόνι, Παρθένε Άχραντε, την σην χάριν παρέχεις, πάντας ευφραίνουσαν, και τα κρίνα ζωηρά και θαλερώτατα, εις ευφροσύνην των πιστών, εμφανίζουσαν Αγνή˙ διο σου Θεογεννήτορ, της προς ημάς σου προνοίας, τας διαδόσεις μεγαλύνομεν.
Δόξα. Το αυτό. Και νυν. Της Εορτής.
Ωδή δ’. Ο καθήμενος εν δόξη.
 Φωτεινή ώσπερ νεφέλη, εν σαρκί ανατέταλκας, της δικαιοσύνης, Δέσποινα τον άδυτον Ήλιον˙ νυν δε ημίν ως σελήνην λαμπράν δέδωκας, την Εικόνα σου, ημών τον νουν σελαγίζουσαν.
Θάμβος άπαντας συνέσχεν, ότε είδον Πανάχραντε, εν τη ση Εικόνι, τα εξηραμμένα το πρότερον, κρίνα χλωρά και πανεύοσμα και ήνεσαν, πιστώ στόματι, τα παμφαή μεγαλείά σου.
Η Εικών σου η αγία, εξιστά ημάς άπαντας˙ εν αυτή γαρ Κόρη, εν Σταυρώ κρατείς ον εκύησας, ανερμηνεύτως ως άνθρωπον δι’ έλεος, και του Χάρου δε, ταύτην καλούμεν υμνούντές σε.
Σωτηρίαν ημίν αίτει, και παθών απολύτρωσιν, Κεχαριτωμένη, και την των πταισμάτων συγχώρησιν, και βασιλείας της άνω την απόλαυσιν, τοις ελπίζουσι, τη κραταιά προστασία σου.
Ωδή ε’. Εξέστη τα σύμπαντα.
Παθών αποκάθαρσιν, παράσχου ημίν άπασι, Κεχαριτωμένη Θεοτόκε, τη ευωδία, των θείων κρίνων σου, των αποκειμένων τη σεπτή, και θεία Εικόνι σου, τη του Χάρου Πανύμνητε.
Αείζωα δείκνυνται, και χλοερά και εύοσμα, τα εν τη πατνίμω σου Εικόνι, προσενεχθέντα, κρίνα Πανύμνητε, μετά την εκ ρίζης εκτομήν, Κόρη και ξηρότητα, τους πιστούς καταπλήττοντα.
Ροαί της σης χάριτος, κατάρδευσον Πανύμνητε, την εξηραμμένην μου καρδίαν, της αμαρτίας, ταις επιδόσεσιν, ως αν ευκαρπίαν αρετών, προσενέγκω Άχραντε, τω εκ σου ανατείλαντι.
Θεόν ον εκύησας, μετά σαρκός Παάμωμε, και εν τω Σταυρώ προσηλωθέντα, εν ταις χερσί σου, φέρεις ον βλέποντες, εν τω Εκτυπώματι τω σω, πίστει δυσωπούμέν σε, υπέρ πάντων ικέτευε.
Ωδή στ’. Την θείαν ταύτην.
Εν ταις χερσί σου βαστάζουσα, Σταυρώ προσηλωθέντα τον Κύριον, αυτόν ικέτευε, υπέρ ημών δυσωπούμέν σε, των εκτενώς Παρθένε, δοξολογούντων σε.
Ναώ τω σω καταφεύγοντες, και βλέποντες Αγνή τη Εικόνι σου, του Χάρου θάλλοντα, τα προ πολλού κρίνα Δέσποινα, οσμής επουρανίου, αύραν δεχόμεθα.
Κρίνον και ρόδον πανεύοσμον, εν μέσω των κοιλάδων του κόσμου σε, Θεός ευράμενος, εν σοι εσκήνωσεν Άχραντε, και ευωδίας θείας, κόσμον ενέπλησε.
Ρείθροις της σης αγαθότητος, τα κρίνα της Εικόνος σου Δέσποινα, καταρδευόμενα, ζωογονούνται και θάλλοντα, εις έκπληξιν ορώνται, των προσιώντων σοι.
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Εν Λειψώ προστρέχοντες, την σην Εικόνα, την του Χάρου Δέσποινα, περιπτυσσόμεθα πιστώς, την ευωδίαν καρπούμενοι, των εν αυτή θείων κρίνων υμνούντές σε.
Ο Οίκος.
Αεί οφείλομεν υμνείν την μόνην Θεοτόκον, ως προστασίαν των πιστών, και κόσμου σωτηρίαν˙ τον γαρ προάναρχον Λόγον του Πατρός και Θεόν ημών, ως Υιόν αυτής μονογενή απαύστως δυσωπεί, σώζεσθαι ημάς και ρύεσθαι κινδύνων, και θλίψεων πολλών˙ και νυν την αγίαν αυτής Εικόνα, ήτις του Χάρου κέκληται, θαυμαστώσασα, ως αγιαστήριον θείον ημίν δέδωκε˙ και έν αυτή θαυματουργούσα, τα εξηραμμένα κρίνα προ πολλού, αναθάλλοντα και χλοαυγή αναδείκνυσιν˙ ων την ευωδίαν καρπούμενοι βοήσωμεν˙ Σκέπε και σώζε ημάς, Θεοτόκε Πανύμνητε, τους εν κατανύξει αεί υμνούντάς σε.
Συναξάριον.
Τη ΚΓ’ του αυτού μηνός, Σύναξις επιτελούμεν εις τιμήν και μνήμην της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, της επονομαζομένης «Του Χάρου», ής η αγία Εικών εύρηται εν τη μικρά νήσω Λειψώ, τη παρακειμένη τη Πάτμω.
Στίχοι.
Χάριν ημίν δίδωσι, Θεοκυήτορ Μορφή σου ή κέκληται, Εικών του Χάρου. Εικάδι τρίτη Εικόνι του Χάρου εν πίστει άδω.
Συναξάριον.
Η πανυπέρτιμος αύτη και σεβασμία της Υπεραγίας Θεοτόκου Εικών, η καλουμένη «του Χάρου» εύρηται εν τη νήσίδι Λειψώ της Δωδεκανήσου, κομισθείσα εκεί περί το αχ’ (1600) έτος υπό Μοναστών ευλαβών, οίτινες ναόν οικοδομήσαντες, κατέθεσαν αυτήν εν αυτώ. Έχει δε ταύτην την επωνυμίαν, επεί η Υπεραγία Θεοτόκος εικονίζεται εν αυτή βαστάζουσα εν χερσί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ουχ ως βρέφος άλλ’ εν τω Σταυρώ προσηλωμένον. Ταύτη δε, εν έτει αμε’ (1945), εν τη ημέρα της Εορτής του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ευλαβείας ένεκεν, ευσεβής τις κόρη κατέθεσε δέσμην κρίνων, άτινα ξηρανθέντα κατά την φυσικήν τάξιν, παραδόξως, κατά την Εορτήν της Κοιμήσεως του αυτού έτους, ήρξαντο αναθάλλοντα και απεκαταστάθησαν πλήρως εν τη φυσική αυτών χλωρότητι κατά την ημέρα της Αποδόσεως της Εορτής, τη κγ’ του μηνός Αυγούστου, όπερ έκτοτε επαναλαμβάνεται ενιαυσίως κατά τας αυτάς ημέρας. Όθεν και εθεσπίσθη η παρούσα Εορτή της Αγίας Εικόνος, εν η μεγαλύνομεν την προς ημάς πρόνοιαν της Μητρός του Κυρίου, εργαζομένης πλείστα θαύματα δια της ενοικούσης εν τη Εικόνι αυτής θείας χάριτος προς ευεργεσίαν και ψυχικήν περιποίησιν των προσερχομένων αυτή εν πίστει.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Λούππου.
Στίχοι.
Υπήρχε Λούππος δούλος˙ εκ δε του ξίφους,   Ελεύθερος προσήλθε τω Χριστώ φίλος.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Ειρηναίου, Επισκόπου Σιρμίου.
Στίχοι.
Τμηθείς μετέσχεν νεκρικών ο Σιρμίου, Λουτρών σχεδίων αιμάτων ποταμίων.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Ειρηναίου, Επισκόπου Λουγδούνων.
Στίχοι.
Σπεύδει λιπείν γην εκ ξίφους Ειρηναίος˙ Ερωτιά γαρ τω προς ουρανούς πόθω.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Καλλινίκου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Στίχοι.
Καλλίνικος μένουσαν ηδονήν μένων, Προς την τελευτήν ουκ αηδώς ήν έχων.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη των Αγίων τριάκοντα και οκτώ Μαρτύρων, των εν Θράκη ξίφει τελειωθέντων.
Στίχοι.
Ήνεγκε τριπλή Μαρτύρων δεκάς ξίφος, Έχουσα και σύναθλον απλήν οκτάδα.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικολάου του Σικελιώτου, του εν όρει Νεοτάκου της Ευβοίας ασκήσαντος.
Στίχοι.
Νικήσας, Νικόλαε, σαρκός τα πάθη, Νίκης στέφανον παρά Χριστού εδέξω.
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Χαραλάμπους, του εν τη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου της Καλυβιανής, εν Κρήτη, ασκήσαντος.
Στίχοι.
Χαράς μετέσχε της άνω Χαραλάμπης, Καλώς ασκήσας εν Μάνδρα της Παρθένου.
Ταις της Παναχράντου σου Μητρός και πάντων των Αγίων πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.
Ωδή ζ’. Ουκ ελάτρευσαν.
Η κυήσασα, Θεόν τον αναλλοίωτον, σαρκός προσλήμματι, εις σωτηρίαν ημών, η μόνη Πανύμνητος, και Αειπάρθενος, η παρέχουσα, ημίν χάριν αέναον, ανυμνείσθω παρά πάντων.
Νέον τέξασα, βρέφος υπέρ κατάληψιν, τον υπερούσιον, και επί πάντων Θεόν, τα κρίνα Πανάμωμε, εν τη Εικόνι σου, ως νεόδρεπτα, και θάλλοντα εις έκπληξιν, των πιστών αναδεικνύεις.
Η υπέρτιμος, Εικών σου ήτις κέκληται, του Χάρου Δέσποινα, εν τη νησίδι Λειψώ ,την χάριν σου έκδηλον, προφαίνει άπασι, τοις προστρέχουσι, και ευλαβώς βοώσοί σοι˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη.
Γεωργήσασα, αγεωργήτως Δέσποινα, ως άνθος εύοσμον, τον Ποιητήν του παντός, τα κρίνα εκάστοτε, κατά παράδοξον, τρόπον θάλλοντα, τα ξηρανθέντα πρότερον, τη Εικόνι σου δεικνύεις.
Ωδή η’. Παίδες ευαγείς.
Έχουσα ως Μήτηρ του Υψίστου, πολλήν παρρησίαν προς ον έτεκες, Δέσποινα Πανύμνητε, Κόρη Αειπάρθενε, ακαταπαύστως πρέσβευε, σώζεσθαι άπαντας, τους πίστει αδιστάκτω τη σκέπη , τη ση προσιόντας, και σε δοξολογούντας.
Ρώσιν και υγείαν αναβλύζει, Παρθένε και ευφροσύνην υπερκόσμιον, τη επισκιάσει σου, εν Λειψώ εκάστοτε, το ιερόν Εκτύπωμα, της εμφερείας σου, τοις πίστει εν αυτώ προσιούσι, και υπερυψούσι, τον άφραστόν σου τόκον.
Άφθαρτα μετά πάροδον χρόνου, τα κρίνα καίτοι ευμάραντα Πανάμωμε, τη σεπτή Εικόνι σου, καθορώνται Δέσποινα, και ευωδίαν πνέουσι τοις ανακράζουσιν˙ Υμνούμέν σε Αγνή Θεοτόκε, και υπερυψούμεν, τον άφραστόν σου τόκον.
Στέφανον και καύχημα και γέρας, Εικόνα σου την αγίαν και υπέρτιμον, η Λειψώ, πλουτήσασα, εξ αυτής αρύεται, παν δώρημα σωτήριον, τη ση χρηστότητι, και πάντας τους πιστούς προσκαλείται, ανυμνείσαι Κόρη, θαυμάτων σου την χάριν.
Ωδή θ’. Άπας γηγενής.
Ίθυνον ημάς, προς βίον υπέρτερον, Θεοχαρίτωτε, τους πιστώς δοξάζοντας, τα μεγαλεία της σης λαμπρότητος, και τη σεπτή Εικόνι σου, πόθω προστρέχοντας, και βοώντας˙ Χαίρε Αειπάρθενε, Θεοτόκε ημών η βοήθεια.
Μάννα νοητόν, πλουσίας χρηστότητος, τη χορηγία σου, τη αρρήτω Δέσποινα, νέμει εκάστοτε τοις προστρέχουσιν, Εικών σου η υπέρτιμος, και χαριτόβρυτος, η του Χάρου, τοις πιστοίς βοώσί σοι˙ Χαίρε Κόρη ημών η βοήθεια.
Όμιλοι πιστών, συρρέουσι πάντοθεν, Θεοχαρίτωτε, και των κρίνων βλέποντες, το ξένον θαύμα εν τη Εικόνι σου, αινούσι και δοξάζουσι, τα μεγαλείά σου, και βοώσι˙ Χαίρε Αειπάρθενε, μέγα θαύμα θαυμάτων και άρρητον.
Ύμνοις ιεροίς, υμνούντι την δόξαν σου, την ακατάληπτον, αναξίοις χείλεσι, δίδου μοι Κόρη χάριν και έλεος, και συνηθείας ρύσαί με, Αγνή του χείρονος, και φωτί με θείω καταλάμπρυνον, ως φωτός του αδύτου  γεννήτρια.
Εξαποστειλάριον. Της Εορτής. Αυτόμελον.
Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα.
Έτερον της Αγίας Εικόνος. Γυναίκες ακουτίσθητε.
Των ιερών θαυμάτων σου, τας ενεργείας Δέσποινα, και δωρεάς τας απείρους, υμνούμεν οι σοι ικέται˙ συ γαρ εκ της Εικόνος σου, προσεφαλποίς τοις δούλοις σου, τας χορηγίας Άχραντε, και εκπληροίς τας αιτήσεις, των ευφημούντων σε πόθω.
Και πάλιν το της Εορτής.
Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα.
ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΝΟΥΣ
Ιστώμεν στίχ. η’ και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια της Εορτής δ΄ και της Αγίας Εικόνος, δ’, τα κάτωθι.
Ήχος δ’. Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.
Ως πηγήν αγιάσματος, εν Λειψώ την Εικόνα σου, την του Χάρου Δέσποινα θησαυρίσαντες, αγιασμόν τε και λύτρωσιν, εκ ταύτης καρπούμενοι, των πολλών σου δωρεών, τας εκφάνσεις κηρύττομεν, και βοώμέν σοι˙ Μη ελλίπης απαύστως, προστατεύειν, των απαύστως αφορώντων, προς την θερμήν σου αντίληψιν.
Ευθαλή και νεόδρεπτα, τη αγία Εικόνι σου, τα εξηραμμένα κρίνα το πρότερον, αύθις ορώνται Πανύμνητε, τη ση αγαθότητι˙ δια τούτο οι πιστοί, ανυμνούσι το θαύμά σου, και λαμβάνοντες, εξ αυτών ευωδίαν εκβοώσι˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, των ευσεβών η βοήθεια.
Εν τη θεία Εικόνι σου, καθορώντες βαστάζουσαν, ταις χερσί σου Δέσποινα ουχ ως νήπιον, αλλά παγέντα δι’ έλεος, Σταυρώ εξιστάμεθα, τον Δεσπότην του παντός, και αυτήν ονομάζομεν, μετά πίστεως, Θεοτόκου Εικόνα την του Χάρου, ως εμφαίνουσαν το πάθος, το δι’ ημάς του Παντάνακτος.
Ως τα κρίνα αείζωα, συντηρείς τη Εικόνι σου, ενεργεία κρείττονι Παναμώμητε, α ευλαβώς σοι προσήνεγκεν, ως δώρον ευπρόσδεκτον, η νεάνις η πιστή, ούτω δίδου εκάστοτε, θαλερότητα, μυστικήν ταις ψυχαίς και ταις καρδίαις, δια βίου εναρέτου, τοις ανυμνούσι το θαύμά σου.
Δόξα. Ήχος πλ. α’.
Των πολλών θαυμασίων σου, τις διηγήσεται το μέγεθος, Θεοτόκε Παρθένε; Άγγελοι γαρ θαυμάζουσι, τα μεγαλεία της δόξης σου, και άνθρωποι γεραίρουσι ,την περί ημάς κηδεμονίαν σου˙ ένθεν τη θεία σου Εικόνι, ένθα το θαύμα των κρίνων οράται, προσπίπτοντες βοώμέν σοι˙ Δίδου ημίν, αεί την σην αντίληψιν, και σκέπε ημάς εκ των παγίδων του εχθρού, ασφαλώς οδηγούσα, προς σωτηρίαν αιώνιον.
Και νυν. Της Εορτής. Ήχος πλ. β’.
Τη αθανάτω σου Κοιμήσει, Θεοτόκε Μήτερ της ζωής, νεφέλαι τους Αποστόλους, αιθερίους διήρπαζον˙ και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν, τω αχράντω σου σώματι˙ οι και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ, μελωδούντες ανεβόων˙ Χαίρε Κεχαριτωμένη, Παρθένε Μήτερ ανύμφευτε, ο Κύριος μετά σου. Μεθ’ ών ως ΥΙόν σου και Θεόν ημών, ικέτευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΝ.
Τα Τυπικά, οι Μακαρισμοί, και εκ του Κανόνος της Εορτής η γ’ Ωδή, εκ δε του Κανόνος της Αγίας Εικόνος η στ’ Ει δε βούλει, ειπέ τα Αντίφωνα της Εορτής. Απόστολον και Ευαγγέλιον, ομοίως της Εορτής. Εις το, Εξαιρέτως˙ Αι γενεαί πάσαι.
Κοινωνικόν.
Το πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οι πλούσιοι του λαού. Αλληλούϊα.
Μεγαλυνάριον.
Χάριν αναβλύζει η ση Εικών, η του Χάρου Κόρη, τη θερμή σου επισκοπή. Όθεν και τα κρίνα, αείζωα προβάλλει, ευφραίνουσα τους πίστει, προσερχομένους σοι.
Δίστιχον.
Η του Χάρου  Δέσποινα χαράν μοι δίδου,
Γερασίμω σπεύδοντι τη αρωγή σου.
Έτερον.
Κύριλλον σκέπε Θεοτόκε του Χάρου,
Ύμνων σοι πόθω υφάναντα προσθήκην.



ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
1.      Η Ακολουθία της Υπεραγίας Θεοτόκου της επονομαζομένης του «Χάρου» εποιήθη υπό του μακαριστού Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, Υμνογράφου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και εξεδόθη υπό του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου Νικηφόρου Κουμουνδούρου εν Λειψώ Δωδεκανήσου, εν έτει 1991, επανεξεδόθη δε υπό του ιδίου εν έτει  1996, εξ ής εκδόσεως επανεκδίδεται ενταύθα, διορθωθείσα κατά την τυπικήν διάταξιν. Ελλείποντος Μικρού Εσπερινού προσετέθη τοιούτος, ως και εν τη Λιτή Ιδιόμελα, ποιηθέντα υπό της εμής ελαχιστότητος.


Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Πηγή: Εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου